Ήταν ένας Χωραίτης δημόσιος υπάλληλος που εξών από σπίτι-δουλειά δεν ήξερε τίποτε άλλο. Μια φορά αποφάσισε να πάει με το αυτοκίνητο του μια εκδρομή μέχρι τον Ακάμα να γνωρίσει κι΄ άλλους τόπους.
Όταν
έφτασε μες τες ερημιές συνάντησε ένα βοσκό με το κοπάδι του. Σταμάτησε να
ξεμουδιάσει, να κόψει και καμιά κουβέντα μαζί του γιατί είχε βαρεθεί τόσες ώρες
οδήγημα μόνος του.
-Πολύ
μεγάλο το κοπάδι σου, του λέει.
-ναι, αν
βρεις πόσα χτηνά έχω, να σου χαρίσω ένα, απαντά ο βοσκός.
Στην τύχη ο δημόσιος
υπάλληλος του λέει, 350.
-Κέρδισες, έμπα στο
κοπάδι και διάλεξε όποιο χτηνό θέλεις.
Με χαρά ο άνθρωπος
για την ανέλπιστη του τύχη, άρχισε να πασπατεύει τα ζώα να βρει ένα παχουλό να
πάρει μαζί του.
Στη πολλή ώρα βρήκε
ένα παχουλό, το άρπαξε και το φορτώθηκε να το πάρει στο αυτοκίνητο.
Τότες του λέει ο
βοσκός,
-αν βρω ποιο είναι το
όνομα σου δέχεσαι να αφήσεις το ζώο και να μην το πάρεις;
-Εντάξει του λέει ο
ξένος, σίγουρος πως δεν θα το γνώριζε αφού δεν του το είπε.
-Γιαννής, του λέει
-Μα πως το βρήκες, μάγος
είσαι;
-Όχι, αλλά μόνο ένας Γιαννής
θα έπαιρνε ένα σκυλί αντί για ρίφι.