Ο χατζηφίλιπποε ο τοκογλύφος είχε φήμη ότι δύσκολα ξεγελιόταν αλλά όσο τετραπέρατος και να είναι κάποιος, πάντα υπάρχει ο καλύτερος.
Ένα
νεαρό Τουρκάκι πήγε στοίχημα με τους φίλους του ότι μπορούσε να τον ξεγελάσει.
Στο
Τούρκικο καφενείο «Η συκαμινιά» στην οδό Φελλάχογλου όπου σύχναζε ο τοκογλύφος,
μια μέρα τον πλησίασε και του ζήτησε μια λίρα δανεική ως την άλλη μέρα. Εφόσον
η συναλλαγή ήταν μικρή, ο Τοκογλύφος έκρινε ότι δεν ήταν απαραίτητο να γίνουν
χαρτιά ώστε να είναι κατοχυρωμένος.
Του
έδωσε τη λίρα, και την άλλη μέρα το Τουρκάκι την επέστρεψε πληρώνοντας τον επιπλέον τόκο πέντε σελίνια.
-Μα
είναι πολλά,
λέει
ο τοκογλύφος, αλλά ο νεαρός του απαντά.
-Πάρτα
με βοήθησες, είναι εντάξει.
Αυτό
επαναλήφθηκε ακόμα μια φορά, και ο τοκογλύφος ήταν χαρούμενος για την τόσο
εύκολη κερδοφόρα συναλλαγή. Όμως θέλοντας να τηρήσει τα προσχήματα και να μην
φαίνεται ότι τον εκμεταλλεύεται, την δεύτερη φορά επέμενε πιο πολύ από την
πρώτη ότι ο τόκος ήταν ψηλός.
Τότε
το Τουρκάκι έχοντας τον φέρει εκεί που ήθελε, του απαντά,
-Άκου
να δεις, εγώ είμαι περήφανος άνθρωπος, στα δίνω γιατί έτσι θέλω και νιώθω,
πάρτα, και σιώπα. Να ξέρεις, όμως, όταν σου χρωστώ ποτέ σου μην μου τα ζητάς,
εγώ θα σε βρίσκω και θα σε πλερώνω. Έτσι και τα ζητήσεις, θα τα χάσεις,
συμφωνείς;
Ο
τοκογλύφος συμφώνησε, αφού είχε πιστέψει ότι δεν είχε φόβο να χάσει από ένα
τόσο περήφανο παιδί.
Σε
δυό τρείς ημέρες το Τουρκάκι ζητά άλλη μια λίρα δανεική…
Περνά
μια μέρα, περνούν δύο, τρείς και τέσσερις. Κάθε μέρα στο ίδιο καφενείο, κάθε
μέρα συναντιούνται, καμιά κουβέντα για τα δανικά.
Η
ανησυχία κυρίευσε τον Τοκογλύφο, κατάλαβε το παιχνίδι που του έστησε ο νεαρός.
Αφού έκαμε ακόμα λίγη υπομονή, σίγουρος ότι θα έχανε τη μια λίρα που του έδωκε
δανική, την έβδομη μέρα δειλά και ευγενικά, ζήτησε πίσω τα χρήματα του…
-Ααα,
έχασες, δεν τα παίρνεις, η συμφωνία θα τηρηθεί. Είχαμε συμφωνήσει πως θα στα
έδινα εγώ μόνος μου, αν τα ζητούσες, θα τα έχανες.
Έτσι
έχασε από αυτή τη συναλλαγή το ποσό των δέκα σελινιών, τόση ήταν η διαφορά της
προσθαφαίρεσης από το δούναι και λαβείν της δανειστικής αυτής πράξης που έγινε
χωρίς να τηρηθούν χαρτιά και υπογραφές.